Μετά από παραπάνω από μια δεκαετία χαμηλών επιτοκίων και χαμηλού πληθωρισμού, τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Ευρώπη (low yield – low inflation, deflation), από τη λήξη της περιόδου του Covid και μετά παρατηρείται οξεία και παρατεταμένη αύξηση των δεικτών του πληθωρισμού.
Του Αναστασίου Νάκη*,
Senior Actuary – FHAS, Anras PC
Στην αρχή, η αύξηση του πληθωρισμού αποδόθηκε κυρίως στις αναταραχές της εφοδιαστικής αλυσίδας και την αυξημένη ζήτηση, λόγω της εξόδου από την καραντίνα. Το διάστημα όμως είναι πλέον αρκετό, ώστε να θεωρηθούν τα τρέχοντα επίπεδα του πληθωρισμού, έστω και με αναμενόμενες αυξομειώσεις, ως μια νέα οικονομική πραγματικότητα.
Ο πληθωρισμός, εν γένει, είναι η διεργασία κατά την οποία παρατηρείται γενικευμένη αύξηση των τιμών των αγαθών και των υπηρεσιών. Σύμφωνα με τις οικονομικές θεωρίες, ο πληθωρισμός μπορεί να οφείλεται σε διάφορους λόγους:
- Ως αποτέλεσμα της πλεονάζουσας αγοραστικής δύναμης, συνεπεία της αύξησης του χρήματος σε κυκλοφορία (monetary inflation).
- Ως αποτέλεσμα της αύξησης της ζήτησης (demand pull inflation).
- Ως αποτέλεσμα της αύξησης του κόστους παραγωγής (cost push inflation) κ.ά.
Ταυτόχρονα, σε συνδυασμό με τις συνθήκες στις αγορές και το ύψος των επιτοκίων, ο πληθωρισμός μπορεί να χαρακτηριστεί ως στασιμοπληθωρισμός (stagflation), έρπων πληθωρισμός (creeping inflation), καλπάζων πληθωρισμός (galloping inflation), υπερπληθωρισμός (hyperinflation), αποπληθωρισμός (deflation) κ.ά.
Πρέπει να είναι ξεκάθαρο ότι ο πληθωρισμός στις ασφαλιστικές εταιρείες είναι διαφορετικός από τον γενικό δείκτη τιμών και ότι εξαρτάται από τον κλάδο ασφάλισης και τη φύση της αποζημίωσης.
Για παράδειγμα, στις ασφαλίσεις ζωής (εκτός υγείας), όπου υπάρχουν σταθερά ποσά, είτε ασφαλισμένο κεφάλαιο είτε αξία εξαγοράς, δεν υπάρχει τόσο εμφανής επίδραση του πληθωρισμού στην εξέλιξη της αποζημίωσης. Στις ασφαλίσεις περιουσίας, ενδέχεται να επηρεάσει πιο πολύ την αποζημίωση ο πληθωρισμός των οικοδομικών υλικών και το εργατικό κόστος· στις ασφαλίσεις αυτοκινήτων, ο πληθωρισμός των ανταλλακτικών, το εργατικό κόστος, η εξέλιξη των μισθών και ο πληθωρισμός στις δικαστικές αποζημιώσεις και ούτω καθεξής. Ταυτόχρονα, την εξέλιξη της αποζημίωσης την επηρεάζει η ύπαρξη ή μη ύπαρξη σύμβασης με τους παρόχους (π.χ. νοσοκομεία, συνεργεία), η ύπαρξη ή μη ύπαρξη ασφαλισμένου κεφαλαίου (π.χ. κάλυψη κλοπής αυτοκινήτου ή ολική καταστροφή σε ασφαλίσεις περιουσίας), καθώς και η αναμενόμενη αύξηση των εξόδων της.
Για την εκτίμηση του τελικού κόστους των αποζημιώσεών τους και κατά συνέπεια σε διάφορες εργασίες τους (τιμολόγηση, αποθεματοποίηση, εκτίμηση κεφαλαιακών απαιτήσεων κ.ά.), οι ασφαλιστικές εταιρείες και οι αναλογιστές χρησιμοποιούν κατά κόρον τριγωνικές μεθόδους. Σύμφωνα με αυτές τις μεθοδολογίες, με πολύ απλά λόγια, οι αποζημιώσεις για ομοειδείς ομάδες ταξινομούνται συνήθως ανά έτος ατυχήματος (accident year) και έτος εξέλιξης (development year) και στη συνέχεια μελετώνται με στατιστικές μεθόδους οι ιστορικοί αυτοί παράγοντες εξέλιξης. Φυσικά, στην πράξη, οι υπολογισμοί είναι αρκετά πιο σύνθετοι και εξειδικευμένοι σε σχέση με την προηγούμενη υπερ-απλούστευση. Όμως, σε αυτές τις μεθοδολογίες, σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό, η κυρίαρχη υπόθεση είναι ότι η παρελθοντική εμπειρία είναι ένας καλός προβλεπτικός δείκτης για την εξέλιξη των αποζημιώσεων στο μέλλον. Με άλλα λόγια, υποθέτουν, έμμεσα ή άμεσα, ότι η μελλοντική εξέλιξη των αποζημιώσεων θα ακολουθήσει ένα «μοτίβο», το οποίο θα προσομοιάζει με την παρελθοντική εμπειρία των αποζημιώσεων της Εταιρείας. Φυσικά, αλλαγές που μπορεί να συνέβησαν στο παρελθόν και έχουν να κάνουν, για παράδειγμα, με διαδικασίες αποζημίωσης, προϊόντα, συστήματα, μεταβολές στο χαρτοφυλάκιο και λοιπές μεταβολές σε εξωτερικούς παράγοντες δεν πρέπει να αγνοηθούν.
Είναι δεδομένο, όμως, ότι στους παρελθοντικούς παράγοντες εξέλιξης των αποζημιώσεων αυτών υπάρχει σε μεγάλο βαθμό ενσωματωμένη (imposed) η εξέλιξη του πληθωρισμού (αποπληθωρισμού) των προηγούμενων ετών, ειδικά μετά από τη μακρά περίοδο δημοσιονομικής προσαρμογής που διήλθε η χώρα. Με άλλα λόγια, μέρος από τους παράγοντες εξέλιξης των αποζημιώσεων οφείλεται στο εσωτερικό περιβάλλον των εταιρειών και τις διαδικασίες τους, αλλά μέρος από τους παράγοντες εξέλιξης οφείλεται και στο εξωτερικό/μακροοικονομικό περιβάλλον.
Κατά συνέπεια, με δεδομένες τις αλλαγές που παρατηρούνται στο εξωτερικό περιβάλλον, τα ερωτήματα που μπορεί μια ασφαλιστική εταιρεία να θέσει στον εαυτό της είναι τα εξής:
- Έχουν εντοπίσει και επιμετρήσει οι Εταιρείες τον παρελθοντικό πληθωρισμό που υπάρχει στην ιστορική εμπειρία των αποζημιώσεών τους;
- Έχουν αναλύσει την εμπειρία των αποζημιώσεων απομονώνοντας το κομμάτι του ενσωματωμένου πληθωρισμού;
- Η παρελθούσα αυτή εμπειρία μπορεί να χρησιμοποιηθεί αυτούσια στο μέλλον ή χρειάζεται κάποιου είδους προσαρμογή; Με άλλα λόγια, ο δείκτης αυτός θεωρείται ικανοποιητικός για να μπορεί να χρησιμοποιηθεί στις μελλοντικές προβολές;
- Έχει γίνει κάποιου είδους συσχέτιση του δείκτη με τις αγορές και το ύψος των επιτοκίων;
- Έχει γίνει κάποια εκτίμηση για την εξέλιξη των μελλοντικών δεικτών σε συνδυασμό με το μακροοικονομικό περιβάλλον;
- Έχουν γίνει οι κατάλληλες μελέτες για την επάρκεια των εκκρεμών αποζημιώσεων, των ασφαλίστρων, αλλά ακόμα και των κεφαλαίων κάλυψης που προσφέρονται;
Επισημαίνεται ότι η EIOPA έχει ήδη ευαισθητοποιηθεί σχετικά με τη χρήση του πληθωρισμού στα τεχνικά αποθεματικά και συστήνει ότι οι επιχειρήσεις πρέπει να διασφαλίζουν ότι ο πληθωρισμός εξετάζεται επαρκώς, σύμφωνα με τη φύση, την κλίμακα και την πολυπλοκότητα των κινδύνων.
Σύμφωνα με τα παραπάνω, θα άξιζε η κάθε Εταιρεία να προσπαθήσει να προσεγγίσει και να αναλύσει, σύμφωνα με τα δεδομένα της αλλά και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του χαρτοφυλακίου της, τον πληθωρισμό που είναι ενσωματωμένος στην ιστορική εμπειρία των αποζημιώσεών της, να προσπαθήσει να εκτιμήσει τις αντίστοιχες μελλοντικές τιμές του δείκτη και να αποφασίσει πώς και πόσο θα υπεισέλθει στις ασφαλιστικές προβλέψεις που τηρεί αλλά και στις υπόλοιπες εργασίες της (π.χ. τιμολόγηση, προσφερόμενα κεφάλαια κάλυψης κ.λπ.).
Καταληκτικά, λοιπόν, αξίζει να σημειωθεί ότι, υπό το τρέχον μεταβαλλόμενο οικονομικό περιβάλλον, εκτιμήσεις που βασίζονται αποκλειστικά σε ιστορικά δεδομένα ενδέχεται να οδηγήσουν σε υποεκτίμηση του κόστους των ζημιών και των υποχρεώσεων των Εταιρειών.
* Ο κ. Αναστάσιος Νάκης είναι Αδειούχος Αναλογιστής, τακτικό μέλος της Ένωσης Αναλογιστών Ελλάδας από το 2003, και έχει εργαστεί σε αναλογιστικά τμήματα μεγάλων ασφαλιστικών εταιρειών (ΑΧΑ, Generali κ.ά.).
Έχει υπάρξει σε θέσεις ευθύνης ως Υπεύθυνος Αναλογιστής/Actuarial Function Holder και έχει ηγηθεί υπολογισμών σχετικά με τις τεχνικές προβλέψεις και τις κεφαλαιακές απαιτήσεις για το Πρότυπο Φερεγγυότητας ΙΙ, αλλά και για τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα. Έχει μεγάλη εμπειρία σε αναλύσεις σχετικές με την κερδοφορία και την ωφελιμότητα διάφορων κλάδων ασφάλισης (ασφαλίσεις ζωής, υγείας, αυτοκινήτου, περιουσίας κ.ά.) και σε θέματα σχετικά με αντασφάλειες, σχεδιασμό και τιμολόγηση προϊόντων, υπολογισμούς και ελέγχους επάρκειας τεχνικών προβλέψεων και κεφαλαιακών απαιτήσεων, καθώς και στη δημιουργία εποπτικών αναφορών. [email protected]
Αναδημοσιεύεται με την άδεια του aagora.gr